Menu
  • ΑΡΧΙΚΗ
  • ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΝΕΑ
  • ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
    • ΠΟΛΙΤΙΚΑ / ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΑ
    • ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ... ΣΤΟΝ ΠΟΝΤΟ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ
    • ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
    • ΕΛΛΑΔΑ
    • ΚΥΠΡΟΣ
    • KΟΣΜΟΣ
    • ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΕΘΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ
    • ΠΟΛΙΤΙΚΗ
    • ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
    • ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
    • ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
    • ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ
    • ΥΓΕΙΑ
    • ΠΕΡΙΕΡΓΑ
    • ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ - ΕΠΙΣΤΗΜΗ
    • ΠΙΣΤΗ
    • ΙΣΤΟΡΙΚΑ
    • ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
    • ΠΡΟΣΩΠΑ
    • ΤΑΞΙΔΙ
    • ΚΑΙΡΟΣ
    • PONTOS BLOG
    • ΡΕΠΟΡΤΑΖ
  • ΓΝΩΜΕΣ
  • ΠΟΝΤΟΣ
    • ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
    • ΙΣΤΟΡΙΑ
      • Χάρτες
      • Μαρτυρίες
      • Ντοκουμέντα
      • Γενοκτονία
      • Μονές
      • Κάποτε στον Πόντο
    • ΠΑΡΑΔΟΣΗ
      • Ήθη & Έθιμα
      • Τραγούδια
      • Μουσικά όργανα
      • Χοροί
      • Ενδυμασία
      • Παιχνίδια
      • Διατροφή στον Πόντο
    • ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ
      • Ιστορικά στοιχεία
      • Κείμενα στην ποντιακή διάλεκτο
      • Οι μήνες στα ποντιακά
      • Ακριτικός Κύκλος
      • Παροιμίες & Δίστιχα
    • ΑΝΕΚΔΟΤΑ
    • ΛΕΞΙΚΟ
      • Λέξεις
      • Φράσεις
    • ΣΥΛΛΟΓΟΙ
      • Αναζήτηση στο χάρτη
    • ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
    • Ο ΠΟΝΤΟΣ ΜΟΥ
      • Βρες το χωριό σου
      • Πρότεινε ένα χωριό
  • ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ
    • ΠΟΝΤΙΑΚΕΣ
    • ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
    • ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΕΣ
    • ΑΛΛΕΣ
  • WEBTV
  • ΜΟΥΣΙΚΗ
  • ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ
  • Social
  • Log in
  • Search
  • Ελ
Ακολούθησέ μας
  • Facebook
  • Twitter
  • Google+
  • RSS
Αναζήτηση στο site

Φόρμα αναζήτησης

Επιλέξτε γλώσσα
  • Ελληνικά
  • Русский
Αρχική
  • Αρχικη
  • Ποντιακα νεα
  • Επικαιροτητα
  • Γνωμες
  • Ποντος
  • Στην Κουζινα
  • WebTV
  • Μουσικη
  • ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
  • Χρονολογιο
  • Ιστορια
  • Παραδοση
  • Διαλεκτος
  • Ανεκδοτα
  • Λεξικο
  • Συλλογοι
  • Προσωπικοτητες
  • Ο Ποντος μου
ΠΟΝΤΟΣ

ΛΕΞΙΚΟ

Section
  • Λέξεις
  • Φράσεις
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω
Οο
ό,τις =
όστις, οτιδήποτε
οβά =
τόπος πεδινός
οβούδιν =
βόδι
ογβαίνω =
βγαίνω
ογδόντα =
ογδόντα
ογιά =
γιατί
ογιάντο =
για ποιο λόγο, γιατί
όγιν =
βέλος
ογκαρίζω =
ογκανίζω, γκαρίζω
ογκώνω =
ζητώ, αναζητώ
ογλάκιν =
κατσικάκι
ογλήγορα =
γρήγορα
ογούρι =
καλή τύχη
ογουρλίν =
τυχερός, γουρλίδικος, ευτυχισμένος
ογουρσούζης =
απαίσιος, γρουσούζης
ογραεύω =
παθαίνω συμφορά
ογράσεμαν =
καταγίνομαι, μάχομαι
ογρασεύω =
καταγίνομαι, μάχομαι
ογρός =
υγρός
οδάντο =
για ποιο λόγο, γιατί
οδόντιν =
δόντι
οδός =
η θέση την οποία παίρνει κάποιος στη θέση του άλλου, φορά
οζ’μάριν =
ζυμάρι
οζ’μαρομάντηλον =
ύφασμα με το οποίο καλύπτουν τη ζύμη στη σκάφη
όθεν =
απ’ όπου, όπου
όθεν-καικά =
όπου ακριβώς
όθεν-κέσου =
όπου
όθεν-κιάνου =
όπου προς τα άνω
οικοκυραδότε =
νοικοκυροσύνη
οικοκυρείον =
νοικοκυριό
οικοκύρης =
οικοκύρης
οικοκυρία =
η καλή οικογενειακή διοίκηση, η οικιακή οικονομία
οικοκυρωσύνη =
η καλή οικογενειακή διοίκηση, η οικιακή οικονομία
οικονομή =
βούληση, θέληση
οικονομία =
οικονομία
οικονομικός =
οικονομικός
οικονομώ =
κάνω οικονομία, κρίνω και διευθετώ κατ’ ιδίαν βούληση
οικουμένη =
οικουμένη
οινάριν =
οίνος
οκά =
οκά
όκιν =
βέλος
οκνάρης =
οκνηρός, ράθυμος
οκνάσιμον =
φέρομαι οκνηρώς, ραθυμώ, τεντώνομαι
οκνάσκομαι =
φέρομαι οκνηρώς, ραθυμώ, τεντώνομαι
οκνέας =
οκνηρός, τεμπέλης
οκνία =
οκνηρία, τεμπελιά
οκνιάρης =
οκνηρός, τεμπέλης
οκνιάρικα =
τεμπέλικα
οκνιαρωτός =
οκνηρός, τεμπέλης
όκνιασμα =
ελαφρό ρίγος
όκνιγμαν =
βαριέμαι
όκνος =
οκνηρία, τεμπελιά
οκνός =
εκείνος που κινείται αργά
οκνώ =
βαριέμαι
ολά =
φορά
ολάκερος =
ολόκληρος
ολάνοιχτα =
εντελώς ανοιχτά, ξέσκεπα
ολάνοιχτος =
εντελώς ανοιχτός
ολήγορα =
γρήγορα
ολημέρα =
όλη μέρα
ολημερέσιν =
μεσημβρινό
ολημερεύω =
διέρχομαι την ημέρα, διημερεύω
ολημερίζω =
περνώ όλη την ημέρα
ολημερισινός =
μεσημβρινός
ολημερίτζα =
καθ’ όλη την ημέρα
ολημερ’νάζω =
δίνω στα ζώα την μεσημβρινή τροφή, βγάζω τα ζώα τον χειμώνα από την μάνδρα για να λιαστούν, σηκώνομαι από τον ύπνο πολύ αργά
ολημερ’νέσιν =
μεσημβρινό
ολημερ’νόν =
μεσημβρινό
ολίασπρος =
ολόασπρος
ολιγίτζικος =
λιγοστός, λιγουλάκι
ολιγοζώετος =
εκείνος που ζει λίγο χρόνο
ολιγοζωία =
βραχύτητα ζωής
ολιγοζώος =
βραχύβιος
ολιγόλογος =
ο μη φλύαρος
ολιγόπον =
λίγη ώρα
ολίγος =
λίγος
ολιγόστεμαν =
λιγοστεύω, μειώνομαι
ολιγοστεύω =
λιγοστεύω, μειώνομαι
ολιγοστός =
λιγοστός, λίγος
ολιγούτζικος =
λιγοστός, λίγος
ολιγοφαγία =
η λιτότητα της τροφής
ολιγόφαγος =
ολιγαρκής, εκείνος που τρώει λίγο
ολιγοχρόνετος =
βραχύβιος
ολιγοχρόνος =
βραχύβιος
ολιγόψυχος =
μικρόψυλος, δειλός, ανυπόμονος, στενάχωρος
ολιγωτέρεμαν =
λιγοστεύω, ελαττώνω
ολιγωτερεύω =
λιγοστεύω, ελαττώνω
ολίμαυρος =
ολόμαυρος
όλισμαν =
καθίζηση εδάφους, το καθιζόμενο έδαφος
όλκος =
έλκος
ολκώ =
εξελκούμαι
ολοαίματος =
γεμάτος με αίματα, καταματωμένος
ολόασπρος =
ολόλευκος
ολόβολος =
ισοπεδωμένος
ολόγερα =
ολόγυρα
ολόγιος =
ολόκληρος, μεταφ. χονδροειδής εξωτερικά και αγροίκος εσωτερικά, αναίσθητος, απαθής
ολογόπον =
ολιγόλογος
ολόγυρα =
ολόγυρα
ολογύριν =
η πρώτη κυκλική σειρά λίθος πάνω στην οποία στηρίζεται ο θόλος του φούρνου
ολόιδιος =
ολόιδιος
ολοΐλαρος =
γερός, υγιέστατος
ολοινέτερον =
όλων
ολοίσθια =
οι τελευταίες στιγμές της ζωής
ολοκαίνουργος =
ολοκαίνουργιος
ολοκίτρινος =
κατακίτρινος
ολοκνήκατος =
κατακόκκινος
ολοκόκκινος =
κατακόκκινος
ολόκοκκος =
ο παρασκευασμένος από ολόκληρο άκοπο σιτάρι
ολόκοπος =
άκοπος
ολόκορμος =
ολόκορμος
ολοκούτουρνος =
κατακίτρινος
ολοκρύσταλλος =
πολύ διαυγής
ολομάναχος =
ολομόναχος
ολομάτωτος =
γεμάτος με αίματα, καταματωμένος
ολόμαυρος =
κατάμαυρος
ολομέλανος =
κατάμαυρος
ολομόναχος =
ολομόναχος
ολόμονον =
μόνος
ολόμονος =
μόνος
ολονυστέρου =
ύστερον όλων, τελευταία

Σελίδες

  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • επόμενη ›
  • τελευταία »
Copyright 2012 - 2019 Pontos-News, All Rights Reserved
  • Πολιτικες Συνταγες
  • Ποντιακα Ανεκδοτα
  • Ποντιακοι Χοροι
  • Ποντιακα Τραγουδια
  • Μικρασιατικη καταστροφη
  • Ποντιακη Ιστορια
  • Επικοινωνια
  • Οροι Χρησης
Ακολούθησέ μας
  • Facebook
  • Twitter
  • Google+
  • RSS
Made by Wedia